Γνωμικολογικον

Αποφθέγματα, Γνωμικά, Αφορισμοί, Ρητά, Παροιμίες
 
 
 

Ελληνική Γλώσσα II

Ελληνική Γλώσσα





Γλωσσικό Παράρτημα: Επισημάνσεις για τη σωστή χρήση της Ελληνικής Γλώσσας.

αλφαβητάρι

«Παραμελημένοι» Κανόνες Γραμματικής

Κανόνες που, αν και έχουν ευρεία εφαρμογή, συχνά τους ξεχνάμε
(ή αγνοούμε την ύπαρξή τους)

Γενικές που πρέπει να προσέξουμε

Τα προπαροξύτονα, αρσενικά και θηλυκά ουσιαστικά σε -ος κατεβάζουν τον τόνο στην παραλήγουσα στη γενική του ενικού και στη γενική και αιτιατική του πληθυντικού:
ο πόλεμος - του πολέμου - των πολέμων - τους πολέμους,
η διάμετρος - της διαμέτρου - των διαμέτρων - τις διαμέτρους


Παραδείγματα λέξεων που ακολουθούν αυτόν τον κανόνα:
αρσενικά:άνθρωπος, θόρυβος, κίνδυνος, θηλυκά:κάθοδος, είσοδος, έξοδος, πρόοδος, λεωφόρος.
Με τον ίδιο τρόπο κλίνονται και τα θηλυκά ουσιαστικά που δείχνουν επάγγελμα: δικηγόρος, πρόεδρος (κλητική:κυρία πρόεδρε και όχι κυρία πρόεδρος)

Διατηρούν τον τόνο στην προπαραλήγουσα, σ' όλες τις πτώσεις ενικού και πληθυντικού, οι πολυσύλλαβες και οι λαϊκές λέξεις:του αντίκτυπου, του ανήφορου, του εξάψαλμου, του καλόγερου, του γκόμενου, του παίδαρου.
Ο τόνος των προπαροξύτονων επιθέτων σε -ος κατεβαίνει στην παραλήγουσα στη γενική ενικού και γενική και αιτιατική πληθυντικού, όταν αυτά χρησιμοποιούνται ως ουσιαστικά:
  • «συμπεριφορά βάρβαρων ανθρώπων», αλλά «οι επιδρομές των βαρβάρων»
  • «η μητέρα του άρρωστου παιδιού», αλλά «η κατάσταση του αρρώστου»
  • «η εμφάνιση του άγνωστου άντρα», αλλά «η εμφάνιση του αγνώστου»

Τα προπαροξύτονα ουδέτερα ουσιαστικά σε -ο κατεβάζουν τον τόνο στην παραλήγουσα στη γενική ενικού και πληθυντικού (πανεπιστημίου, ατόμου, ατόμων, κατόπτρου, επίπλου, θεάτρου, αυτοκινήτου, μετώπου, μετώπων) εκτός από τις λαϊκές λέξεις όπως σίδερο-σίδερου (αλλά:σιδήρου), σύννεφο-σύννεφου, χαμόγελο-χαμόγελου, κάρβουνο-κάρβουνου, ψίχουλο-ψίχουλου.
Αρσενικά παροξύτονα ουσιαστικά σε –ας:, όπως ταμίας
Ο ταμίας- του ταμία- των ταμιών, ο μήνας- του μήνα- των μηνών, ο τραυματίας- του τραυματία- των τραυματιών, ο βλάκας- του βλάκα- των βλακών.
(φαίνεται εύκολο αλλά, για κάποιο ανεξήγητο λόγο, είναι πολύ συχνές οι λανθασμένες γενικές πληθυντικού: των ταμίων, των βλάκων κ.λπ. Το τελευταίο είναι λάθος και στο spelling του Word!)
Πτώσεις επιθέτων σε –ής -ές/ -ης -ες:
ο/η διεθνής, του/της διεθνούς, τον/τη διεθνή, το διεθνές, τα διεθνή
ο/η συνήθης, του/της συνήθους, τον/την συνήθη, το σύνηθες, τα συνήθη, των συνήθων
.

Προσοχή (μόνο για αρσ.):Του ευγενούς αγώνα, αλλά: του ευγενή (=αριστοκράτη) (επίθ. το α΄, ουσ. το β΄). Επιστήμη συγγενούς κλάδου (επίθ.). Είναι φίλος ενός στενού μου συγγενή (ουσ.).
Επίθετα παροξύτονα σε -ώδης, -ώδης, -ώδες, όπως βραχώδης, κλίνονται με παρόμοιο τρόπο με την προηγούμενη περίπτωση. Στη γενική πληθυντικού κατεβάζουν πάντα τον τόνο στη λήγουσα:
του βραχώδους- των βραχωδών, του δηλητηριώδους- των δηλητηριωδών, του ουσιώδους- των ουσιωδών, του θεμελιώδους- των θεμελιωδών.
Γενικές αρσενικών και ουδέτερων επιθέτων σε -ών, όν, όπως παρών:
παρόντος, επιλαχόντος, απόντος, επιτυχόντος, τυχόντος (και όχι του επιλαχόντα, του απόντα)
Τα θηλυκά σε -η (σκέψη, κυβέρνηση κτλ.) σχηματίζουν τη γενική σε -ης και σε -έως, π.χ.: σκέψης και σκέψεως, κυβέρνησης και κυβερνήσεως.

Όσα, όμως, έχουν λαϊκή προέλευση, μόνο σε -ης: θύμηση - θύμησης, γέμιση - γέμισης

Η γενική σε -εως προτιμάται πάντα μετά από λόγιες προθέσεις ή λόγιες και μη τυποποιημένες φράσεις:
προ της αποφάσεως, υπέρ της λύσεως, περί της σχέσεως, σχέδιο πόλεως, πρώτης τάξεως, οδηγίες χρήσεως, ημερομηνία λήξεως, ομάδα κρούσεως, κρίση συνειδήσεως, χαίρω εκτιμήσεως, πάσης φύσεως, πορεία πλεύσεως, έτος ιδρύσεως κ.λπ.
Τα ισοσύλλαβα (δηλ. με ίδιο αριθμό συλλαβών σε ενικό και πληθ.) θηλυκά με κατάληξη -α στη γενική πληθυντικού τονίζονται στη λήγουσα εκτός από αυτά που προέρχονται από αρχαία τριτόκλιτα. Έτσι έχουμε: των καρδιών, των βαρκών,των ομπρελών, των γλωσσών, αλλά των πατρίδων, των ελπίδων, των ακτίνων, των διωρύγων, των μητέρων, των θυγατέρων (πατρίς, ελπίς, ακτίς, διώρυξ, μήτηρ, θυγάτηρ).
Είναι ενδιαφέρον ότι τα αρχαία τριτόκλιτα επηρεάζουν και κάποιες νεότερες λέξεις με κατάληξη σε -δα που δεν είναι αρχαίες. Με αποτέλεσμα: των αράδων, των πεταλούδων, των λεμονάδων.

Σε αυτήν την κατηγορία, περιέργως, υπάρχουν πολλές λέξεις χωρίς γενική πληθυντικού. Με την έννοια ότι η γενική πληθυντικού δεν έχει καθιερωθεί στην πράξη. Παραδείγματα: ταρίφα, κάμερα, λινάτσα, φοβέρα και οι πολύ συνηθισμένες κότα και πατάτα. Ανεξάρτητα από κανόνες, η καλύτερη επιλογή είναι να αποφεύγουμε τη χρήση των γενικών πληθυντικού σε τέτοιες λέξεις.
Εδώ χρειάζεται ειδική μνεία στην "πισίνα". Η σωστή γεν. πληθ. είναι των πισινών. Καλύτερα να υιοθετήσουμε όμως "των πισίνων" για προφύλαξη, όπως το θέτει ο κ. Μπαμπινιώτης. Όχι λοιπόν "επιβαρύνσεις για τους κατόχους τεράστιων πισινών".
Θηλυκά επαγγελματικά και άλλα ονόματα σε -έας (-εύς) (εισαγγελέας, γραμματέας, συγγραφέας κ.ά.) σχηματίζουν τη γενική ενικού με τον λόγιο τύπο:
της εισαγγελέως, της γραμματέως, της συγγραφέως αντί των γενικών: της εισαγγελέας, της γραμματέας, της συγγραφέας.
Ο κύριος Παντελέων, του κ. Παντελέοντος, η κυρία Παντελέοντος, της κ. -Παντελέοντος (και όχι του κ. Παντελέων, η κ. Παντελέων).
Ακτή Ελεφαντοστού και όχι Ακτή Ελεφαντοστούν (παλιά λέγαμε και «Ακτή Ελεφαντόδοντος» που δεν είναι λάθος).
Ταξίαρχος, γενική πληθ. των ταξιάρχων, αλλά των Αγίων Ταξιαρχών που είναι Ταξιάρχες και όχι Ταξίαρχοι.
Το πλαγκτόν είναι ελληνική λέξη. Η γενική είναι του πλαγκτού (και όχι του πλαγκτόν). Δεν έχει όμως πληθυντικό.
Η γενική επιθετικοποιημένων ή ουσιαστικοποιηµένων µετοχών σε -ων σχηματίζεται με κατάληξη σε -όντος, αλλά και σε -όντα:
παρών, του παρόντος ή του παρόντα· ο αιτών, του αιτούντος ή του αιτούντα· ο ρυπαίνων, του ρυπαίνοντος ή του ρυπαίνοντα· ο φέρων οργανισµός, του φέροντος ή του φέροντα οργανισμού· ο επιβλέπων μηχανικός, του επιβλέποντος ή του επιβλέποντα μηχανικού.
Κατά τη γνώμη μας η κατάληξη -όντος είναι προτιμότερη. Η κατάληξη -όντα δεν είναι λάθος, αλλά καλύτερα να αποφεύγεται. Αν μη τι άλλο επειδή είναι κακόηχη.
Προσοχή στο πολύ συνηθισμένο λάθος όπου μετοχή (ή και επίθετο) αρσενικού γένους συνάπτεται με ουσιαστικό θηλυκού γένους. Το σωστό είναι: επειγουσών περιπτώσεων, ισχυουσών διατάξεων, πληγεισών περιοχών και όχι: επειγόντων περιπτώσεων, ισχυόντων διατάξεων, πληγέντων περιοχών.
Το ενδιαφέρον είναι ότι το λάθος αυτό είναι άκρως συνηθισμένο στη γενική αλλά σπανιότατο σε άλλες πτώσεις (κανένας φυσιολογικός άνθρωπος δεν θα πει ποτέ “ισχύοντες διατάξεις”, λόγου χάριν).
Συνήθως, τα θηλυκά σε -ώ στη γενική έχουν κατάληξη -ώς: της Αργυρώς, της Κλειώς, της πειθώς. Η κατάληξη σε -ούς δεν είναι λάθος αλλά είναι αρχαιοπρεπής και επιτρέπεται μόνο σε λόγιες λέξεις και σε αρχαία ονόματα. Έτσι:
Της Αργυρώς (αλλά όχι της Αργυρούς), της Κλειώς (αλλά και της Κλειούς [της αρχαίας]), της Σαπφούς (της αρχαίας ποιήτριας), αλλά της Σαπφώς Νοταρά.
Ειδικά για την πειθώ και την ηχώ, προτιμότερες είναι οι γενικές της πειθούς και της ηχούς, παρόλο που, τυπικά, οι σωστοί τύποι είναι της πειθώς, της ηχώς.
"Ανένταχτες" και "ανυπόταχτες" γενικές συνηθισμένων λέξεων που δεν υπάρχουν στις νεοελληνικές γραμματικές:
  • ο πρύτανης-του πρυτάνεως ή του πρύτανη-των πρυτάνεων
  • ο πρέσβης-του πρέσβεως ή του πρέσβη-των πρέσβεων
  • η Άλκηστις-της Άλκηστης
  • το πυρ-του πυρός
  • το ήπαρ-του ήπατος


Κάποιοι κανόνες για τα ρήματα

Χρόνοι συνθέτων του άγω: ενστ. εξάγω, πρτ. εξήγα, μέλλ. εξακολουθ.: θα εξάγω μέλλ. στιγμιαίος: θα εξαγάγω,αόρ. εξήγαγα, πρκ.-υπρσ.: έχω-είχα εξαγάγει
π.χ. κάθε χρόνο η χώρα θα εξάγει μήλα, θα απαγάγει την κόρη του.

Γενικά: οι στιγμιαίοι ρηματικοί τύποι είναι με -ηγαγ- ή -αγαγ- και οι εξακολουθητικοί με -αγ- ή -ηγ-
Χρόνοι των ρημάτων σε -λλω: ενστ. επιβάλλω, πρτ. επέβαλλα, αόρ. επέβαλα, πρκ.-υπρσ. έχω-είχα επιβάλει μέλλ. εξακολ. θα επιβάλλω, μελλ.στιγμ. θα επιβάλω
Π.χ. "θα καταβάλλω κάθε μήνα το ενοίκιο", "θα σου καταβάλω το αντίτιμο"(άπαξ).

Γενικά: οι εξακολουθητικοί ρηματικοί τύποι γράφονται με δύο λάμδα και οι στιγμιαίοι με ένα.
Σε πολλά ρήματα η χρονική αύξηση διατηρείται: ήλεγξα, διηύθυνα, διενήργησα, απέκτησα (που είναι προτιμότερα από: έλεγξα, διεύθυνα κλπ)
Τα σύνθετα με προθέσεις ρήματα στον παρατατικό και στον αόριστο άλλοτε έχουν εσωτερική συλλαβική αύξηση και άλλοτε όχι:
εξέφρασα (και όχι: έκφρασα), εξέφρασαν ή εκφράσανε (και όχι: έκφρασαν), συνέθεσαν ή συνθέσανε (και όχι: σύνθεσαν), εισέπραξα (και όχι: είσπραξα), εισέπραξαν ή εισπράξανε (και όχι: είσπραξαν) κ.λπ.

Ο εμπειρικός κανόνας είναι ότι άτονη εσωτερική χρονική αύξηση δεν υπάρχει στα νέα ελληνικά. Άρα επισήµανε και όχι επεσήµανε, επιδίωκε και όχι επεδίωκε. Και ακόμα: διαχώρισα, μεταβίβαζα, εκφώνησα, εκλιπάρησα.

Η τονισµένη εσωτερική αύξηση άλλοτε διατηρείται και άλλοτε όχι, ανάλογα µε την πρόθεση που αποτελεί το πρώτο συνθετικό του σύνθετου ρήµατος και συνήθως μετά τις προθέσεις από, κατά, επί, διά (π.χ. κατέθεσε και όχι κατάθεσε, επέβαλε και όχι επίβαλε, διέπραξε και όχι διάπραξε, απέκρουσε και όχι απόκρουσε· αλλά εξάντλησε και όχι εξήντλησε, πρόσθεσε και όχι προσέθεσε κ.ο.κ.).
Για το ρήμα κάθομαι έχουν επικρατήσει οι τύποι:
Προστακτική: κάθισε, καθίστε, Αόριστος: κάθισα

Αντίλογος: κάθισε είναι και ο αντίστοιχος τύπος του ρήματος καθίζω. Εδώ υπάρχει διχογνωμία, παρόλο που η Νεοελληνική Γραμματική αναφέρει σαφώς το κάθισε. Ο τύπος κάθησε δεν είναι ξεκάθαρο γιατί είναι λάθος. Και τελικά ίσως δεν είναι, δεδομένου ότι το λεξικό Liddell-Scott τον υποδεικνύει ως τον σωστό τύπο.
Το αρχαίο ρήμα απόλλυµι/-µαι έχει περάσει στα νέα ελληνικά σε διάφορους ρηματικούς τύπους (αλλά όχι στον ενεστώτα!).
Η οριστική αορίστου του ρήματος γράφεται με ωμέγα (απώλεσα) γιατί σχηματίζεται με αύξηση, αλλά ο µέλλων (θα απολέσω), η υποτακτική (να απολέσω / να απολεσθώ), ο παρακείµενος (έχω απολέσει), ο υπερσυντέλικος και η µετοχή (απολεσθείς) γράφονται µε όµικρον. Οι τύποι αυτοί δεν πρέπει να γράφονται με ωμέγα, επειδή το ωμέγα είναι χρονική αύξηση.
Πρόκειται για πολύ συνηθισμένο λάθος που οφείλεται στη λέξη απώλεια. Δεν είναι καθόλου αμφιλεγόμενο, αλλά είναι από τα λάθη που κινδυνεύουμε να γίνουν, κάποια στιγμή, αποδεκτά.
Συμμετέχω, πρτ. συμμετείχα, μέλλ. εξακολ. θα συμμετέχω όλο το χρόνο στις εκδηλώσεις, μέλλ. στιγμ. θα συμμετάσχω στην εκδήλωση, αόρ. συμμετέσχον, πρκ.-υπρσ. έχω-είχα συμμετάσχει.
Ρήμα είμαι: Ενεστώτας: είμαστε, είστε και αόριστος: ήμαστε, ήσαστε
(Προσοχή, πολύ εύκολα γίνεται το λάθος και γράφεται π.χ. "χτες είμαστε σπίτι" αντί του ορθού "χτες ήμαστε σπίτι")
Οι ενεργητικές μετοχές σε -ντας γράφονται με -ω όταν αυτό τονίζεται και με -ο όταν δεν τονίζεται: κάνοντας, μιλώντας.
Οι παθητικές μετοχές σε -μενος γράφονται με δύο μμ στα ρήματα με χαρακτήρα π, β, φ, φτ, πτ.
Σε μια άλλη διατύπωση, όλα τα ρήματα με αόριστο σε -ψα, εκτός από αυτά με κατάληξη σε -ευω ή -αυω, γράφονται με δύο μμ.
Παραδείγματα: γραμμένος (έγραψα), κομμένος (έκοψα), βαμμένος (έβαψα), κλεμμένος (έκλεψα), αλλά λατρεμένος, καμένος, πλυμένος, βρεμένος, δεμένος κλπ.
Διατήρηση τύπου καθαρεύουσας στο δεύτερο συνθετικό στις περιπτώσεις:
δείχνω, αλλά: αναδεικνύω, επιδεικνύω, αποδεικνύω
ρίχνω, αλλά: απορρίπτω, καταρρίπτω, επιρρίπτω
λύνω, αλλά: επιλύω, διαλύω
στέλνω, αλλά: αποστέλλω, διαστέλλω
δίνω, αλλά: παραδίδω, αναδίδω, αποδίδω (και παρεμπιπτόντως, δώσ' μου, όχι δος μου)
Οι αναδιπλασιασμοί των παθητικών μετοχών σε λίγες περιπτώσεις διατηρούνται αλλά, τις περισσότερες φορές, όχι:
  • συγκαλυμμένος, αποκομμένος, διαλυμένος, συμφωνημένος, μυημένος κ.λπ. (και όχι πια: συγκεκαλυμμένος, αποκεκομμένος, διαλελυμένος, συμπεφωνημένος, μεμυημένος)
  • αλλά: παρατεταμένος, πεπειραμένος, διακεκριμένος, επιτετραμμένος (=αναπληρωτής πρεσβευτή), καταβεβλημένος, βεβιασμένος, αποδεδειγμένος, δεδηλωμένος, τα πεπραγμένα, η πεπατημένη, αναμεμιγμένος, μεμονωμένος κ.λπ.
Κάποιες ενδιαφέρουσες παραλλαγές:
«Θεωρώ δεδομένη την εκλογή του» (αλλά: «είμαι δοσμένος στον αγώνα»), «τετριμμένα επιχειρήματα» (αλλά: «τριμμένα ρούχα»), «κεκλεισμένων των θυρών» (αλλά: «κλεισμένες πόρτες»).
Διατήρηση παθητικού αορίστου της καθαρεύουσας σε αρκετές περιπτώσεις:
Εξελέγην, εξεπλάγην, προήχθης, συνέβη, επλήγη, συνελήφθησαν, διεξήχθησαν κλπ., κατά τους παθ. αορ. β΄ της αρχαίας
(και όχι: εκλέχτηκα, εκπλάγηκα, προάχθηκες, συνέβηκε, πλήχτηκε, συλλήφθηκαν, διεξάχθηκαν).
Τα σύνθετα του ρήματος νοώ και τα παράγωγά τους γράφονται με ένα ν, εκτός από το εννοώ, έννοια. Έτσι: υπόνοια, επινοώ, κατανοώ.
Οι "συγκεκομμένοι" ρηματικοί τύποι του β’ πληθυντικού (όπως ανοίξτε, γυρίστε, αφήστε, τηλεφωνήστε) είναι μόνο της προστακτικής. Δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται στο β’ πληθ. του στιγμιαίου μέλλοντα και της υποτακτικής του αορίστου, Στις περιπτώσεις αυτές η κατάληξη είναι -ετε και όχι -τε (που είναι κατάληξη μόνο της προστακτικής).

Σωστές εκφράσεις: ανοίξτε τα μάτια, όταν ανοίξετε τα μάτια, θα γυρίσετε νικητές, γυρίστε νικητές, αφήστε την να φύγει, θα την αφήσετε να φύγει, τηλεφωνήστε μου.
Λανθασμένες εκφράσεις: όταν ανοίξτε τα μάτια, θα γυρίστε νικητές, θα την αφήστε να φύγει, είπατε ότι θα μου τηλεφωνήστε.

Σαν να μην έφτανε αυτή η δυσκολία, θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι η προστακτική δεν έχει αρνητικό τύπο. Οπότε το μη(ν) συντάσσεται με υποτακτική και δεν χρησιμοποιούνται οι συγκεκομμένοι τύποι.
Έτσι, οι ακόλουθες φράσεις είναι όλες σωστές: ξεχάστε αυτά που είπαμεμην ξεχάσετε αυτά που είπαμε, αφήστε τον να φύγειμην τον αφήσετε να φύγει, ανοίξτε την πόρταμην ανοίξετε την πόρτα.
Γενικά τα ρήματα στη δημοτική συντάσσονται –σχεδόν πάντα – με αιτιατική. Τα ρήματα των προτάσεων που ακολουθούν συντάσσονται με αιτιατική και όχι με γενική:
  • Δεν επιδέχεται αναβολή.
  • Δεν χρειάζεται περαιτέρω συστάσεις.
  • Απολαμβάνει την υψηλή προστασία
  • Διέφυγε την προσοχή μου (όχι “διέφυγε της προσοχής μου”).
  • Στερούμαι τα απαραίτητα.
  • Απεκδύομαι τις ευθύνες μου.
  • Επιμελούμαι την εργασία (το “επιμελούμαι του θέματος” είναι λάθος).



Ένα ορθογραφικό ναρκοπέδιο: Η Προστακτική

Η προστακτική στα Νέα Ελληνικά έχει μόνο δύο πρόσωπα: δεύτερο ενικό και δεύτερο πληθυντικό. Έχει δύο φωνές (ενεργητική - παθητική) και διακρίνεται σε συνοπτική (στιγμιαία) προστακτική (π.χ. γράψε) και εξακολουθητική (π.χ. γράφε).
O εξακολουθητικός τύπος περιγράφεται σε κάποιες γραμματικές και σαν προστακτική ενεστώτα, ενώ ο συνοπτικός τύπος σαν προστακτική αορίστου, χωρίς όμως οι χρόνοι αυτοί να έχουν εδώ τη χρονική σημασία που έχουν σε άλλους ρηματικούς τύπους.

Κανόνες για την ορθογραφία της προστακτικής
  • Η συνοπτική προστακτική ενεργητικής φωνής χρησιμοποιεί το θέμα του αορίστου της ενεργητικής φωνής, (αυτό, πιο απλά, σημαίνει ότι οι παραλήγουσες σε ενεργητικό αόριστο και στη συνοπτική ενεργητική προστακτική είναι ίδιες), προσθέτοντας τις καταλήξεις (εν.) και -τε (πληθ.): κρύψε (έκρυψα), φόρεσε (φόρεσα), άνοιξε (άνοιξα), αγάπησε (αόρ. αγάπησα), καθαρίστε (καθάρισα), αντιγράψτε (αντέγραψα), τηλεφωνήστε (τηλεφώνησα), αγαπήστε (αγάπησα)
    • Εξαιρέσεις σ' αυτόν τον κανόνα αποτελούν διάφορα ρήματα χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες: βρες-βρείτε, μπες-μπείτε, κάθισε-καθίστε, πες-πείτε, έλα-ελάτε, φάε-φάτε κ.ά.
    • SOS! Επισήμανση: το θέμα του αορίστου διατηρείται στην προστακτική αλλά όχι -προς Θεού- και η χρονική αύξηση. Έτσι οι σωστές προστακτικές είναι: παράγγειλε, αντίγραψε, επανάλαβε (και όχι: εσύ παρήγγειλε, εσύ αντέγραψε, εσύ επανέλαβε)
    • SOS2! Θα πρέπει να τονιστεί ιδιαιτέρως μια υποπερίπτωση στον κανόνα που συχνά εφαρμόζεται λανθασμένα:
      στα ρήματα σε -ίζω η παραλήγουσα της ενεργητικής προστακτικής γράφεται με -ι- (χάρισε-χαρίστε, καθάρισε-καθαρίστε, προσδιόρισε-προσδιορίστε), ενώ στα ρήματα με κατάληξη (β' συζυγία) γράφεται με -η- (αγάπησε-αγαπήστε, χρησιμοποίησε-χρησιμοποιήστε, τηλεφώνησε-τηλεφωνήστε, τραγούδησε-τραγουδήστε, επικοινώνησε-επικοινωνήστε))

  • Η συνοπτική προστακτική της παθητικής φωνής σχηματίζεται με το θέμα του αορίστου της ενεργητικής φωνής στον ενικό και το θέμα αορίστου της παθητικής φωνής στον πληθυντικό, προσθέτοντας αντίστοιχα τις καταλήξεις -ου και -είτε: ντύσου-ντυθείτε (ενεργ. αόρ. έντυσα-παθ. αόρ.ντύθηκα), παντρέψου-παντρευτείτε (πάντρεψα-παντρεύτηκα), τραβήξου-τραβηχτείτε (τράβηξα-τραβήχτηκα), κρατήσου-κρατηθείτε (κράτησα-κρατήθηκα)
    Επισήμανση: ο τόνος μπαίνει πάντα στην παραλήγουσα.
  • H εξακολουθητική προστακτική της ενεργητικής φωνής, γενικά, σχηματίζεται με το θέμα του ενεστώτα προσθέτοντας τις καταλήξεις , -τε στα ρήματα πρώτης συζυγίας (αυτά που δεν τονίζεται η κατάληξη -ω), π.χ. λύνε, πίνε, χάριζε, κρύβε, σκύβετε) ή τις καταλήξεις , -άτε στα ρήματα β' συζυγίας-α' τάξης (τα εις ‑ώ, π.χ. αγάπα-αγαπάτε, κράτα-κρατάτε, κοίτα-κοιτάτε, τραγούδα-τραγουδάτε). Τα ρήματα β' συζυγίας-β' τάξης έχουν μόνο πληθυντικό σε ‑είτε (π.χ. χρησιμοποιείτε, τηλεφωνείτε, οδηγείτε)
  • H εξακολουθητική προστακτική της παθητικής φωνής, σχηματίζεται μόνο περιφραστικά, οπότε δεν παρουσιάζει δυσκολίες (να ντύνεσαι, να παντρεύεστε). Η σχολική γραμματική καταγράφει εντός παρενθέσεως και τύπους όπως κρύβου-κρύβεστε, πλέκου-πλέκεστε, που όμως δεν χρειάζεται να τους θυμόμαστε γιατί κανένας δεν τους χρησιμοποιεί πουθενά!
  • SOS! Προσοχή στις διαφορές: χρησιμοποιήστε (συνοπτική προστακτική) - χρησιμοποιείτε (εξακολουθητική προστακτική).
    Ομοίως: τηλεφωνήστε-τηλεφωνείτε, χορηγήστε-χορηγείτε, οδηγήστε-οδηγείτε, ακολουθήστε-ακολουθείτε, προχωρήστε-προχωρείτε, ευχαριστήστε-ευχαριστείτε (παράδειγμα: ευχαριστήστε, παιδιά, τον κύριο, ενώ ευχαριστείτε τον Κύριο).


Επίθετα που θέλουν προσοχή

Επίθετα σε -ύς, -ιά, -ύ (όπως βαθύς): Ο τόνος μένει πάντα στην τελευταία συλλαβή σε όλες τις πτώσεις, ενώ το -ύ μετατρέπεται σε -ι στις πτώσεις που δεν τονίζεται: ο βαθύς, τον βαθύ, η βαθιά, το βαθύ, του βαθιού (αλλά και βαθέος) (αρσ. και ουδ.) της βαθιάς, οι βαθιοί, οι βαθιές, τα βαθιά, των βαθιών(όλα τα γένη)
Με τον ίδιο τρόπο κλίνονται τα: ελαφρύς, μακρύς, παχύς, πλατύς, φαρδύς
Επίθετα σε -ύς, -εία, -ύ (όπως ευθύς): ο ευθύς, τον ευθύ, η ευθεία, το ευθύ
προσοχή στη γενική: του ευθύ ή και του ευθέος (αλλά όχι το αρχ. "ευθέως"), της ευθείας
Ονομαστική (και αιτ.) πληθυντικού: οι ευθείς (αρσ. και θηλ.), τα ευθέα
Γενική πληθυντικού: των ευθέων (αρσ. και ουδ.) των ευθειών (θηλ.)
Με τον ίδιο τρόπο κλίνονται τα: τραχύς, θρασύς, ευρύς, οξύς (π.χ. " αντιβιοτικά ευρέος φάσματος", ""οι συνέπειες του οξέος εμφράγματος", "οι ιδιότητες του υδροχλωρικού οξέος".)

Προσοχή! Το πλατύς δεν ανήκει σε αυτήν την ομάδα επιθέτων (ανήκει στην προηγούμενη).
Επίθετα σε -ής, -ιά, -ί (όπως σταχτής): Τα επίθετα αυτά πάντα δηλώνουν χρώματα. Ο τόνος μένει πάντα στην ίδια συλλαβή σε όλες τις πτώσεις, ενώ το -ή μετατρέπεται σε -ι εκτός από την ονομαστική και αιτιατική του αρσενικού: ο σταχτής, τον σταχτή, η σταχτιά, το σταχτί, του σταχτιού (αρσ. και ουδ.) της σταχτιάς, οι σταχτιοί, τους σταχτιούς, οι σταχτιές, τα σταχτιά, των σταχτιών (όλα τα γένη)
Με τον ίδιο τρόπο κλίνονται τα: βυσσινής, θαλασσής, καφετής, πορτοκαλής, χρυσαφής

Το ουδέτερο αυτών των επιθέτων στον καθημερινό λόγο χρησιμοποιείται συχνά σαν άκλιτος τύπος στη θέση του αρσενικού και του θηλυκού.
Π.χ. "ο πορτοκαλί καναπές", "οι χρυσαφί γόβες".
Επίθετα σε -ης, -ης, -ες (όπως συνήθης, διαρκής) ακολουθούν τους κλιτικούς κανόνες της αρχαίας, δηλαδή:

Το αρσενικό και το θηλυκό ταυτίζονται σε όλες τις πτώσεις (ο διαρκής, η διαρκής, τους διαρκείς, τις διαρκείς)
Η ονομαστική και αιτιατική πληθυντικού αρσενικών-θηλυκών σχηματίζεται με -εις (αρσ.-θηλ.), και σε -η (ουδ.) π.χ. συνήθεις, διαρκείς, συνήθη, διαρκή
Η γενική ενικού σχηματίζεται πάντα σε -ους. Π.χ. συνήθους, διαρκούς, θορυβώδους.

Ο τόνος διατηρείται στην ίδια συλλαβή που τονίζεται η ονομαστική του αρσενικού με τις εξής δύο εξαιρέσεις:
1) στα παροξύτονα, στην ονομαστική και αιτιατική ενικού του ουδετέρου, ο τόνος ανεβαίνει στην προπαραλήγουσα (το σύνηθες, το κακόηθες, το αύταρκες). Τα παροξύτονα σε ‑ώδες δεν ακολουθούν αυτήν την εξαίρεση (το θεμελιώδες, το ουσιώδες)
2) τα παροξύτονα σε ‑ώδης, στη γενική πληθυντικού, κατεβάζουν τον τόνο στη λήγουσα (των θεμελιωδών, των ουσιωδών)
Υπάρχουν μερικά επίθετα που το θηλυκό τους σχηματίζεται τόσο με -η όσο και με -ια: ελαφρός, μαλακός, ευγενικός, ξανθός, φτωχός, βρόμικος.
Έτσι είναι και τα δυο αποδεκτά: ξανθή ή ξανθιά, φτωχή ή φτωχιά, μαλακή ή μαλακιά
Τα επίθετα γλυκός-γλυκιά-γλυκό και φρέσκος-φρέσκια-φρέσκο. Ο πληθυντικός του θηλυκού είναι γλυκές-των γλυκών και φρέσκες-των φρέσκων και όχι "γλυκιές" ούτε "φρέσκιες".
Οι φρέσκιες και οι γλυκιές, πάντως, είναι ένα τόσο διαδεδομένο λάθος που τείνει να θεωρείται σωστό.
Προσοχή στη διαφοροποίηση του θηλυκού στον πληθυντικό: των πληγέντων δήμων, αλλά των πληγεισών επαρχιών (και όχι των πληγέντων επαρχιών). Ομοίως, των μειονεκτούντων ατόμων, αλλά των μειονεκτουσών περιοχών.
Και: των ευρέων τομέων, αλλά των ευρειών περιφερειών (και όχι: των ευρέων περιφερειών).
ενεργός συμμετοχή, παρουσία, αλλά ενεργές παρουσίες (αποδεκτή ανακολουθία στη χρήση του αρχαίου τύπου του επιθέτου μόνο στον ενικό).


Προσοχή στους κανόνες τονισμού

  • Οι μονοσύλλαβες λέξεις δεν τονίζονται: μια, για, γεια, πια, νιος, θεια κ.λπ.
  • Οι τύποι της ερωτηματικής αντωνυμίας ποιος είναι μονοσύλλαβοι και δεν τονίζονται: ποιες, ποιοι, ποιους κλπ.
  • Που (αναφορική αντωνυμία), πού (ερωτηματικό επίρρημα), πως (ειδικός σύνδεσμος), πώς (ερωτηματικό επίρρημα): ρώτησα αυτόν που ήταν υπεύθυνος πού μπορούσα να σε βρω. Πώς μπορούσα να πω πως δε σε ξέρω;
  • Μία, μια (=μιά), δύο, δυο (=δυό), το βιος - ο βίος
  • Διά και όχι δια (είναι δισύλλαβη). Αλλά, για
  • Δεν χάνουν τον τόνο τους λέξεις που έγιναν μονοσύλλαβες μετά από έκθλιψη ή αποκοπή: φέρ' το, κόψ' το, άσ' το κτλ.
  • Ένας ρηματικός τύπος που έμεινε άτονος από αφαίρεση δεν ανεβάζει τον τόνο στην προηγούμενη λέξη, π.χ. μου 'φερε, τα 'δειξε, τα ‘ριξε, θα ‘θελα, που ‘ναι (αλλά, πού 'ναι;), μου 'πε.
    Επί τη ευκαιρία να σημειώσουμε ότι είναι λάθος να ενώνονται αυτοί οι ρηματικοί τύποι με τις λέξεις που προηγούνται. Δηλαδή, δεν είναι σωστό να γράφουμε: θάθελα, νάναι, τόδα, παίξτο, πούναι. Επίσης είναι ακατανόητο το πολύ συνηθισμένο λάθος να μεταφέρεται η απόστροφος στην προηγούμενη λέξη (θα  ‘θελα και όχι θα΄  θελα, το  ‘πε και όχι το΄  πε)
  • Τονίζονται οι αδύνατοι τύποι των προσωπικών αντωνυμιών (μου, σου, του, της, τον, την, το, μας, σας, τους, τα), όταν στην ανάγνωση υπάρχει περίπτωση να θεωρηθούν εγκλιτικές ή να οδηγήσουν σε ασάφεια, π.χ. ο πατέρας μού είπε (=ο πατέρας είπε σε μένα), αλλά, ο πατέρας μου είπε (=ο δικός μου πατέρας είπε).
  • Η λέξη μία, μια όταν χρησιμοποιείται ως απόλυτο αριθμητικό είναι προτιμότερο να είναι πάντα τονισμένη (είδα μία γυναίκα [όχι δύο]) ενώ ως αόριστο άρθρο καλύτερα να μένει χωρίς τόνο (είδα μια γυναίκα [κάποια γυναίκα]).
    Αυτό δεν είναι γραμματικός κανόνας, απλά μια συνιστώμενη πρακτική.



Μικροί, χρήσιμοι ορθογραφικοί κανόνες

Τα θηλυκά ουσιαστικά σε –ια, -εια γράφονται με «ει» όταν προέρχονται από ρήμα, αλλά γράφονται με «ι» όταν προέρχονται από ουσιαστικό. Π.χ. ειδωλολατρία, πρωτοπορία κ.λπ. (και όχι σε -εία), διότι προέρχονται από ουσιαστικά (ειδωλολάτρης, πρωτοπόρος) και όχι από ρήματα.
  • Λατρεία, αλλά αρχαιολατρία, ειδωλολατρία, τυπολατρία
  • Πορεία, αλλά αεροπορία, πεζοπορία, πρωτοπορία
  • Καπηλεία, αλλά αρχαιοκαπηλία, πατριδοκαπηλία
  • Ανδρεία, αλλά ανανδρία
  • Θρησκεία, αλλά ανεξιθρησκία
  • Η καθιερωμένη -και σωστή- ορθογραφία για εταιρεία και πειρατεία είναι με -εία (λόγω αρχ. προέλευσης)
Οι προπαροξύτονες λέξεις γράφονται με -εια (ευγένεια, ενέργεια, ακρίβεια) με κάποιες εξαιρέσεις (ομόνοια, πρόνοια)
Υπάρχει η άποψη ότι και οι λέξεις κατασκοπεία, συνοδεία θα πρέπει να γράφονται με -ια (προερχόμενες αντίστοιχα από τα κατάσκοπος, συνοδός και όχι από τα κατασκοπεύω, συνοδεύω). Έχει καθιερωθεί όμως ο τύπος σε -εια, και αυτό πρέπει να θεωρείται το σωστό.
Τα επίθετα σε -ειος / -ιος που προέρχονται από κύρια ονόματα πραγματικών προσώπων γράφονται με -ει- (αριστοτέλειος), ενώ αυτά που προέρχονται από τοπωνύμια με -ι- (μετσόβιο). Όσα προέρχονται από κύρια ονόματα μυθικών προσώπων, μπορούν να γράφονται και με τους δύο τρόπους (απολλώνιος, απολλώνειος).
Τα παράγωγα των ρημάτων σε –λλω γράφονται με ένα -λ: π.χ. αγγέλλω-άγγελος, καταβάλλω-καταβολή.
Τα αριθμητικά που είναι παράγωγα του μισό γράφονται με –μισι, -ήμισι και όχι με κατάληξη –υ. Π.χ. τριάμισι, τρεισήμισι, δυόμισι, πεντέμισι, (το) ενάμισι, εννιάμισι. Εξαίρεση: το αρσενικό ενάμισης και το θηλυκό μιάμιση, που σε όλες τις πτώσεις έχουν κατάληξη –η.
Οι σύνθετες λέξεις με πρώτο συνθετικό την πρόθεση εκ γράφονται με ένα κ, π.χ. έκρηξη, εκροή, εκτός αν το δεύτερο συνθετικό αρχίζει από κ οπότε η σύνθετη λέξη γράφεται με δύο κ, π.χ. έκκληση, εκκινώ, εκκρίνω, εκκεντρικός.
Γράφονται με κεφαλαίο το πρώτο γράμμα, μεταξύ άλλων, τα ουσιαστικά που δηλώνουν εθνότητα ή καταγωγή: Έλληνας, Κρητικός, Αθηναίος, Γάλλος. Δεν γράφονται με κεφαλαίο επίθετα που προέρχονται από κύρια ονόματα ή εθνικά: ομηρικά έπη, αθηναϊκή δημοκρατία, ελληνική γλώσσα, γαλλική προεδρία, ελλαδικός χώρος.

Τα ονόματα ζώων, συλλόγων, καλλιτεχνικών και λογοτεχνικών έργων γράφονται με κεφαλαίο (και επιπλέον μέσα σε εισαγωγικά για να ξεχωρίζουν από τα ονόματα πραγματικών ανθρώπων)
Π.χ. "Τα Νέα", "Το Κρυφό Σχολειό", "Ο Πόλεμος των Άστρων", "Η Σταχτομαζώχτρα", "Βουκεφάλας", "Ντορής"
Η κλητική πτώση των θηλυκών είναι ίδια με την ονομαστική. η μητέρα-(κλητ.) μητέρα

Προσοχή! Εξαιρούνται κάποια θηλυκά που δηλώνουν επάγγελμα, στα οποία ακολουθείται η ονομαστική των αντίστοιχων αρσενικών οπότε επηρεάζεται και η κλητική:
η πρόεδρος- κυρία πρόεδρε, η γυμνασιάρχης- κυρία γυμνασιάρχη, η εισαγγελέας- κυρία εισαγγελέα, η γιατρός- γιατρέ
Τα θηλυκά σε -ισσα γράφονται με δύο -σσ-, με εξαίρεση τα "Λάρισα", "σάρισα". Παραδείγματα: μαγείρισσα, βασίλισσα, μάγισσα, μέλισσα, συντρόφισσα
(πολλοί έχουν την εσφαλμένη εντύπωση ότι ο κανόνας αυτός δεν ισχύει πλέον).
Σωστή χρήση των προτακτικών:
  1. άτονα προτακτικά με χρήση ενωτικού ("-") πριν από το κύριο όνομα:
    Αϊ-, μπαρμπα-, κυρα-, θεια-, Αγια-, γρια-, γερο-, μαστρο-, παπα-
    π.χ. Αϊ-Βασίλης, μπαρμπα-Γιώργος, κυρα-Βαρβάρα, Αγια-Σοφιά, μαστρο-Κώστας
  2. Τονισμένα προτακτικά που δεν παίρνουν ενωτικό:
    καπετάν, πατήρ, πάτερ. Σημειωτέον ότι τόσο το "πάτερ" όσο και το "πατήρ" θεωρούνται πλέον σωστά.
    π.χ. καπετάν Γιώργος, πατήρ Δημήτριος, πάτερ Παύλος
  3. άτονο προτακτικό χωρίς χρήση ενωτικού πριν από το κύριο όνομα:κυρ
    π.χ. Ο κυρ Γιώργος
Λόγιες λέξεις που έχουν σαν πρώτο συνθετικό τη λέξη "καλός" γράφονται συνήθως με δύο -λλ-: καλλιτέχνης, καλλωπίζω, καλλιέργεια, Καλλιρρόη, καλλιμάρμαρο, καλλιστεία, καλλονή, καλλιγραφία.
Αλλά καλαίσθητος, καλόκαρδος, καλοκάγαθος, καλημέρα, καληνύχτα
O τύπος στο (ή στην, στους, στων κ.λπ.), που χρησιμοποιείται είτε σαν αντικείμενο είτε για να δηλώσει χρόνο, χώρο ή κίνηση, προκύπτει από τον συνδυασμό σε+το (ή σε+την-τους-των κ.λπ.). Π.χ. ήρθε στο κρεβάτι, το έδωσα στον Πέτρο, μένω στα Πατήσια, θα βρεθούμε στις τρεις.

Δεν πρέπει να συγχέεται με τον τύπο σ’ το (ή, σπανιότερα, σ’ την, σ’ τους, σ’ τα κ.λπ.) που προκύπτει από τον συνδυασμό σου+το (ή σου+την, σου+τους, σου+τα κ.λπ.).
Ο δεύτερος τύπος —το “σ’ το”— πολύ συχνά αποδίδεται λάθος.
Έτσι το σωστό είναι: σ’ το είπα, σ’ το είχα δώσει, θα σ’ τα φέρω τα λεφτά, σ’ τα έλεγα εγώ, θα σ’ το θυμίσω. Σε όλα αυτά τα παραδείγματα το σ’ αντικαθιστά το σου.
Διπλασιασμός του ρ:
Ένας γενικός κανόνας που φαίνεται ότι έχει επικρατήσει:
Γράφονται με δύο -ρρ- οι σύνθετες λέξεις που αποτελούν αρχαία κληρονομιά, καθώς και τα νεότερα λόγια σύνθετα.
Αυτός ο κανόνας χρειάζεται περισσότερες διευκρινίσεις. Έτσι:

Το -ρ διπλασιάζεται σε -ρρ-:
  • Στις λέξεις που προέρχονται από τα αρχαία ελληνικά και σε γηγενείς λέξεις της λόγιας δημοτικής όταν η τελευταία συλλαβή του πρώτου συνθετικού είναι βραχύχρονη (και στην υποπερίπτωση που προηγείται στερητικό α-). Π.χ. άρρωστος, άρρητος, αμφίρροπος, αντίρρηση, άρρηκτος, διαρρήκτης, απόρριψη, καταρρίπτω, απορρίπτω, απόρροια, ομόρρυθμος, απορρυπαντικό, διαρροή, διέρρευσε, επιρροή, ταχύρρυθμος (το "ταχύρρυθμος" υποδεικνύεται, κακώς, ως λάθος από διάφορα spelling tools).
  • Όταν το πρώτο συνθετικό είναι μια από τις προθέσεις εν ή συν: έρρινος, συρρίκνωση, συρραφή, σύρριζα.
  • Στις λέξεις που κληρονομήθηκαν με δύο -ρρ- από τα αρχαία. Π.χ. θάρρος

Το -ρ δεν διπλασιάζεται και γράφονται με ένα -ρ-:
  • Στις αρχαίες και λόγιες λέξεις όταν η τελευταία συλλαβή του πρώτου συνθετικού είναι μακρόχρονη: Π.χ. εύρωστος, εύρυθμος, εσώρουχο.
  • Στις λέξεις της δημοτικής που ενώ η τελευταία συλλαβή του πρώτου συνθετικού είναι βραχύχρονη, δεν θεωρούνται λόγιες. Π.χ. ασπρόρουχα, εμποροράφτης, ξεριζώνω, αναρωτιέμαι
  • Στις λέξεις που αν και η τελευταία συλλαβή του πρώτου συνθετικού είναι βραχύχρονη, και μπορούν να θεωρηθούν λόγιες, δεν είναι γηγενείς (δηλαδή δεν αποτελούν σύνθεση αμιγώς ελληνικών λέξεων): Π.χ. ελληνορωμαϊκός, ελληνορωσικός, αφισορύπανση.
  • Τα ρήματα που αρχίζουν από -ρ δεν το διπλασιάζουν στους χρόνους που παίρνουν αύξηση: έριχνα, έραβα, έρεψα.





Μανώλης Παπαθανασίου   2008 – 2024





Σχετικό Γνωμικό
Τα όρια ενός ανθρώπου καθορίζονται από τα όρια της γλώσσας του.
Βιτγκενστάιν
Δείγμα Γνωμικών




Αριθμοί